Οι παθήσεις του θυρεοειδούς και ο πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός (ΡΗΡΤ) είναι δύο από τις συνηθέστερες παθήσεις των ενδοκρινών αδένων. Όχι σπάνια, στον ίδιο ασθενή μπορεί να συνυπάρχουν και οι δύο αυτές παθήσεις. Έχει βρεθεί ότι:
Σε ασθενείς με παθήσεις θυρεοειδούς συνυπάρχει – συχνά αδιάγνωστος – πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός σε ένα μικρό αλλά σημαντικό ποσοστό αυτών (~ 5 %). Το ποσοστό αυτό είναι μεγαλύτερο σε σύγκριση με το ποσοστό στο οποίο ανιχνεύεται ο πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός στο γενικό πληθυσμό (δεν γνωρίζουμε γιατί).
Σε ασθενείς με διαγνωσμένο πρωτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό συνυπάρχουν και παθήσεις θυρεοειδούς σε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό (30 – 50 %).
Προτεινόμενη τακτική
Τα δεδομένα αυτά υπογραμμίζουν την ανάγκη της σωστής προεγχειρητικής διερεύνησης του ασθενούς που προσέρχεται για χειρουργική επέμβαση. Στους ασθενείς με χειρουργική πάθηση θυρεοειδούς θα πρέπει να γίνεται έλεγχος και για τυχόν συνυπάρχοντα πρωτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό και αντιστρόφως. Σε κάθε ασθενή με χειρουργική πάθηση θυρεοειδούς είναι χρήσιμο να γίνεται -στη φάση της διερεύνησης – και μέτρηση τουλάχιστον ασβεστίου στο αίμα και σε περίπτωση υπερασβεστιαιμίας και μέτρηση της παραθορμόνης. Αντίστοιχα, στον ασθενή με πρωτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό το υπερηχογράφημα (που χρησιμοποιείται συνηθέστατα για τον προεγχειρητικό εντοπισμό) θα αναδείξει τυχόν συνυπάρχουσες βλάβες του θυρεοειδούς (π.χ. όζους). Χρήσιμος είναι εν προκειμένω και ο έλεγχος της θυρεοειδικής λειτουργίας (μέτρηση θυρεοειδικών ορμονών).
Ταυτόχρονη θυρεοειδεκτομή & παραθυρεοειδεκτομή
Σε περίπτωση που υπάρχει ένδειξη, οι δύο αυτές επεμβάσεις (θυρεοειδεκτομή + παραθυρεοειδεκτομή) μπορεί να γίνουν ταυτόχρονα, στην ίδια νοσηλεία και μέσω της ίδιας πρακτικά χειρουργική τομής.
Η τακτική αυτή έχει πολλαπλά οφέλη. Ο ασθενής αποφεύγει μία νέα χειρουργική επέμβαση που διαφορετικά θα απαιτηθεί στο εγγύς μέλλον. Σημειώνεται ότι μία τέτοια επαναπέμβαση είναι τεχνικά δυσκολότερη λόγω της δημιουργίας ουλώδους ιστού στο χειρουργικό πεδίο από την προηγηθείσα επέμβαση. Με τον τρόπο αυτό αποφεύγεται η ταλαιπωρία του ασθενούς, το αυξημένο κόστος των δύο ξεχωριστών επεμβάσεων, η παρατεταμένη (διπλή) νοσηλεία και η παράταση του χρόνου ανάρρωσης και αποχής από την εργασία.
Δυστυχώς, η τακτική αυτή δεν εφαρμόζεται όσο θα έπρεπε στην κλινική πράξη.
Comments